Κυβέρνηση
και Lafarge
σκοτώνουν το λαό του Βόλου.
Τα
σχέδια τους θα πέσουν στο κενό!
Η τσιμεντοβιομηχανία ΑΓΕΤ του ομίλου
Lafarge-Holcim, μονοπολιακού κολοσσού που
καθορίζει σε παγκόσμια κλίμακα την
παραγωγή και την τιμή στο τσιμέντο,
βρίσκει στη χώρα μας και στην κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ την πραγμάτωση των σύγχρονων
κανιβαλικών δογμάτων που προωθεί ο
καπιταλισμός στην εκμετάλλευση ανθρώπου
και περιβάλλοντος. Η επέκταση των
αδειοδοτήσεων από το Υπουργείο
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που
προωθήθηκαν εδώ και περίπου ένα χρόνο
και ανοίγουν την πόρτα (χωρις κανέναν
φραγμό πλέον) να καίει η εταιρία ως
«εναλλακτικό καύσιμο» σκουπίδια από
την Ελλάδα και το εξωτερικό, αποτελούν
την υλική εφαρμογή της αντιλαϊκής και
απάνθρωπης πολιτικής . Στο πλαίσιο αυτό
το εργοστάσιο «δικαιούται» να καίει,
μεταξύ άλλων, 200.000 τόνους καυσίμων
αποβλήτων (RDF, SRF) ετησίως, καθώς και να
μπορεί να μεταφέρει με πλοία και
χαμηλότερο κόστος απορρίμματα από την
Ιταλία. Αυτό που μάλλον η κυβέρνηση
αντιμετωπίζει ως ψιλά γράμματα είναι
πως η ίδια η καύση αυτών των υλικών, που
αποτελούνται κυρίως από πλαστικό,
παράγει διοξίνες και καρκινογόνες
ουσίες, οι οποίες μέσω της εισπνοής
βλάπτουν σωρευτικά.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για
ένα έγκλημα με πολλές προεκτάσεις.
Αρχικά η υγεία χιλιάδων ανθρώπων
θυσιάζεται στο βωμό του ανταγωνισμού
για τα κέρδη της Γάλλο-Ελβετικής
πολυεθνικής LaFarge.
Μιας εταιρείας που για να επιβιώσει
μέσα στη Συρία χρηματοδότησε παρακρατικές
οργανώσεις του ισλαμικού κράτους και
που οι περιβαλλοντικές της “ευαισθησίες”
τίθενται συχνά προς συζήτηση.
Την ίδια ώρα η κυβέρνηση πριμοδοτεί
αυτές τις δραστηριότητες στα πλαίσια
του “εκσυγχρονισμού” και της “ανάπτυξης
στα δυτικά πρότυπα”. ΕΕ, περιφερειακές
και τοπικές αρχές συμπληρώνουν το παζλ
του αστικού μπλοκ που με διάφορες
ταχύτητες, σε διαφορετικό βαθμό και με
διαφορετική επιχειρηματολογία, αλλα
με κοινό στόχο την αναβάθμιση των δεικτών
κερδοφορίας των επιχειρηματικών
κολοσσών, δημιουργούν ή τουλάχιστον
προσπαθούν να δημιουργήσουν, μια ασπίδα
προστασίας στα βρόμικα χέρια των
μονοπωλίων που τους «ταΐζουν». Γιατί
όσο και αν αποσιωπάται εντέχνως, η καύση
σκουπιδιών και η δημιουργία εργοστασίων
επεξεργασίας RDF
και SRF αποτελεί
κατεύθυνση της ΕΕ, την οποία δεν αμφισβητεί
κανείς θεσμικός και τοπικός παράγοντας
(περιφερειάρχες, βουλευτάδες, δήμαρχοι
κτλ). Αυτή την κατεύθυνση επιχειρεί
να υλοποιήσει και ο επιχειρηματικός
τυχοδιωκτισμός της δημοτικής αρχής του
Βόλου, που στο πλαίσιο της συνολικής
επιχειρηματικοποίησης των δημόσιων
υποδομών και υπηρεσιών μετατρέπει την
πόλη σε ένα επικίνδυνο για τις κοινωνικές
ανάγκες καζίνο, ξεγυμνώνοντας την αστική
διαχείριση ως ενα απλό «κατοικίδιο»
εργοδοτικών και επιχειρηματικών
συμφερόντων.
Η καύση σκουπιδιών από την ΑΓΕΤ δε
διαφέρει πολύ από το πολύνεκρο έγκλημα
στη Μάνδρα ή από το ναυάγιο που μόλυνε
με τόνους μαζούτ τις ακτές της Αττικής
τον Σεπτέμβρη ή το διαρκές «επενδυτικό»
έγκλημα της El
Dorado στη Χαλκιδική.
Δεν πρόκειται για
μεμονωμένα επεισόδια, αλλά για το
λογικό επακόλουθο ενός συστήματος, στο
οποίο πολυεθνικές εταιρείες, σε απόλυτη
σύμφυση με το κράτος, ανταγωνίζονται
τυφλά σε μια κούρσα που μόνο καρκίνο,
θάνατο και περιβαλλοντική καταστροφή
μπορεί να σημαίνει για εμάς.
Η Lafarge δεν αποτελεί
εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα, ούτε έχει
βγει “εκτός” της νομοθεσίας της ΕΕ.
Απο αυτή την άποψη δεν τίθεται ζήτημα
ενος «ανεκτού συμβιβασμού», «εξορθολογισμού»
της διαδικασίας καύσης (όπως επιχείρησε
να προωθήσει ο Χουντής, ευρωβουλευτής
της ΛΑΕ) ή πρόκληση αισθημάτων «εταιρικής
ευθύνης» (όπως έγραφαν στο κείμενο τους
οι «15» δημοτικοί σύμβουλοι της
αντιπολίτευσης στο δήμο Βόλου), αλλά
ενός μαζικού πολιτικού εκβιασμού με
όρους κινήματος που θα συντρίψει τόσο
τα κυβερνητικά σχέδια όσο και εκείνα
της εταιρίας. Στο πλαίσιο αυτό η
διγλωσσία της κυβέρνησης και των τοπικών
στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ σε μια καρικατούρα
«κακού και καλού μπάτσου», δεν πρέπει
να αντιμετωπιστεί ως μια γελοία απόγνωση
που επιχειρεί να τσαλαβουτήσει απο τη
μια στο ρεύμα των λαϊκών αντιστάσεων
και παράλληλα να κάνει επικύψεις στα
επιχειρηματικά συμφέροντα, αλλά ως μια
τακτική απόλυτα εχθρική στη δυνατότητα
του λαού του Βόλου να διώξει το θάνατο
απο την πόλη του. Γι αυτό πρέπει να
αποτελέσει αιτία πολέμου η παρουσία
κυβερνητικών στελεχών στις λαϊκές
κινητοποιήσεις της επόμενης περιόδου
που θα αφορούν τη μάχη με την κυβερνητική
πολιτική και τη Lafarge.
Για να κερδίσουμε χρειάζεται να
μεγαλώσουμε την αντίσταση από τα κάτω
σε σύγκρουση με λογικές που προωθούν
τη λύση των προβλημάτων μας απο ομάδες
παραγόντων και «ειδικών». Να συγκρουστούμε
και να απομονώσουμε τον φιλοεργοδοτικό
συνδικαλισμό της διοίκησης του σωματείου
της ΑΓΕΤ και του ΕΚΒ. Να ενισχύσουμε το
κίνημα που παλεύει με κέντρο τις ανάγκες
μας πάνω από τα κέρδη. Να ενισχύσουμε
την αντικυβερνητική και αντιεργοδοτική
πάλη. Οι μάχες της Κερατέας και της
Χαλκιδικής μας δείχνουν το δρόμο. Μόνο
με μια ευθεία σύγκρουση με τα επιχειρηματικά
συμφέροντα και το μπλοκάρισμα των
οικονομικών τους ροών, μπορούμε να
βάλουμε πραγματικά αναχώματα. Για να
μπορεί να υπάρχει παραγωγή σε ισορροπία
με το περιβάλλον, τις ανθρώπινες ανάγκες
σε επίπεδο εργασίας και την ποιότητα
ζωής, δεν γίνεται τον έλεγχο να τον έχουν
στα χέρια τους οι μονοπωλιακοί όμιλοι.
Η κρατικοποίηση του εργοστασίου της
ΑΓΕΤ κάτω από εργατικό έλεγχο, για να
λειτουργεί σύμφωνα με τις ανάγκες μας
αποτελεί στόχο πάλης που ενοποιεί ολα
τα επίπεδα διεκδίκησης.
Σε αυτό το πλαίσιο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ Μαγνησίας
συμμετέχει και καλεί στην πορεία του
Σαββάτου 5 Μαΐου στην Πλατεία Ελευθερίας
ενάντια στα σχέδια κυβέρνησης και Lafrge
για την καύση σκουπιδιών .
Όλοι/Όλες στο συλλαλητήριο αυτό το
Σάββατο 5/5 στις 12:00 στην Πλ. Ελευθερίας.
ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α
Μαγνησίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου